Η παρέλαση των δευτεροκλασάτων υπερηρώων της DC συνεχίζεται για τρίτη σεζόν στο HBO και στο Netflix. Ο λόγος για τους Titans, τους όχι και τόσο νεαρούς, κατά πλειοψηφία τουλάχιστον, ήρωες της DC, που επιστρέφουν αυτή τη φορά και δοκιμάζονται στη Gotham, στη γενέτειρα του Batman και το βασίλειο του κακού.

https://www.youtube.com/watch?v=6ttU1iKSpdA

Η ιδιότυπη αυτή οικογένεια, ή απλά οικογένεια, όπως τη νιώθουν τα περισσότερα από τα μέλη της και φροντίζουν να επαναλαμβάνουν συχνά πυκνά κατά τη διάρκεια της τρίτης σεζόν, φαίνεται να αδυνατεί να ξεφύγει από τη σκιά του pater familias Bruce Wayne (Iain Glen). Παρόλο που ο Dick Grayson aka exRobin aka Nightwing (Brenton Thwaites) φαίνεται να επιστρέφει στη Gotham πιο ανεξάρτητος και σίγουρος για τον εαυτό του, σχεδόν έτοιμος να πάρει τη θέση του απόντος Batman, καταλήγει να εγκλωβίζει ολόκληρη την ομάδα στο αδιέξοδο “Τι πραγματικά θα ήθελε ο Batman να κάνεις;” και κατ’ επέκταση να κάνουμε.

Στον αντίποδα, o Jason Todd aka Robin aka Red Hood (Curran Walters), μην αντέχοντας άλλο να ζει στη σκιά του θετού πατέρα του και του μεγάλου του αδελφού οδηγείται στο ένα λάθος μετά το άλλο συνεργαζόμενος με τον Jonathan Crane aka Scarecrow (Σκιάχτρο) (Vincent Kartheiser), ο οποίος επιστρέφει αποφασισμένος από τα κελιά του Arkham Asylum, όπου τον είχε στείλει ο Batman, για να ολοκληρώσει το σχέδιο του να σώσει τη Gotham καταστρέφοντας την.

Στην πραγματικότητα, η Gotham καταλήγει να παραδίδεται έρμαιο στα παιδικά τραύματα των αντιμαχόμενων πλευρών, ούσα ήδη πληγωμένη από τα τραύματα που της έχουν αφήσει οι αντιπαραθέσεις του Batman που έχουν προηγηθεί, όπως αυτή με τον Joker. Το κακό που βασανίζει τη Gotham φαίνεται πρωτίστως να ανακυκλώνεται από αυτούς που προσπαθούν να την προστατέψουν και κυρίως από τον ίδιο τον Bruce Wayne, ο οποίος, μολονότι απών, βρίσκεται πανταχού παρών και άλλοι την πληρώνουν γι αυτόν. Ο ίδιος φαίνεται να έχει χάσει τον εαυτό του για χάρη του Batman, συμπαρασυρόντας μαζί του ή έστω επηρεάζοντας οποιονδήποτε έχει τύχει να βρεθεί στην ακτίνα επιρροής του. Dick Grayson, Jason Todd, ακόμα και η Barbara Gordon (Savannah Welch), φέρουν το στίγμα της χειριστικής συμπεριφοράς του Bruce Wayne, με κάποιους εξ αυτών να καταλήγουν να χάνουν τον ίδιο τους τον εαυτό από τη συμπεριφορά αυτή. Η “ιδέα” του Batman τελικά απαίτησε από τον Wayne να θυσιάσει όχι μόνο τον άνθρωπο πίσω από τη μάσκα – δηλαδή τον ίδιο -, αλλά και αυτούς που είχε γύρω του. ¨

Η τρίτη σεζόν της σειράς εστιάζει ακριβώς στο να αναδείξει το γεγονός ότι πίσω από τις μάσκες υπάρχουν άνθρωποι, οι οποίοι στην προσπάθεια τους να αναδείξουν τη μάσκα σε ένα σύμβολο που μάχεται για το κοινό καλό, μάχονται καθημερινά να διατηρήσουν την ανθρωπιά τους, καταλήγοντας μερικές φορές να πληγώνουν όχι μόνο τους ίδιους, αλλά και τους γύρω τους. Το ότι η μάχη αυτή διακυβεύεται από τα παιδικά τραύματα που κουβαλάει ο καθένας και κυρίως από τα παιδικά τραύματα του Bruce Wayne, ο οποίος τα μεταλαμπαδεύει και στις “επόμενες γενιές” ίσως κάπου να κουράζει, αλλά, στην τελική, αυτή είναι η αφετηρία της ιστορίας του Σκοτεινού Ιππότη. Ίσως η αναπαραγωγή του ίδιου μοτίβου και σε άλλους χαρακτήρες της σειράς, όπως στην περίπτωση των Starfire – Blackfire, ακόμα και στην περίπτωση του villain της σεζόν Scarecrow, να ήταν υπερβολή. Από ενα υπερηρωικό δράμα, η τρίτη σεζόν καταλήγει σε ένα οικογενειακό υπερηρωικό δράμα, το οποίο η αλήθεια είναι πως δεν ΄ήταν κάτι που μας έλειπε.

Αν ψάχνετε για υπερηρωικά οικογενειακά δράματα ρίξτε μια ματιά εδώ.

Τα παιδικά τραύματα που καθορίζουν την πορεία των χαρακτήρων δεν είναι το μοναδικό σημείο υπερβολής της σεζόν. ¨Ένα άλλο σημείο στο οποίο κάπως υπερέβαλαν οι δημιουργοί της σειράς είναι αυτό της νεκρανάστασης. Σε αυτή τη σεζόν θέλει πραγματικά προσπάθεια να μείνει κάποιος νεκρός ή να είναι ο αθεράπευτα ρομαντικός αλτρουιστής Hank (Alan Ritchson), καθώς έχουμε τέσσερις συν μία νεκραστάσεις, όπου η συν μία αφορά μια ολόκληρη γειτονιά στην οποία Rachel (Teagan Croft), Starfire (Anna Diop), Blackfire (Damaris Lewis) και Superboy (Joshua Orpin) ρίξανε πάνω της το Λάκκο του Λαζάρου. Ειδικά το κόνσεπτ της “μετάβασης” με το τρένο σχεδόν υπονοεί πως δεν πρόκειται να πεθάνει ποτέ κανείς τώρα που έχουν το know how. Το α λα Supernatural Purgatory σκηνικό γύρω από τις ράγες με το σχεδόν Impala αμάξι του Hank, ωστόσο, χτύπησε μία ευαίσθητη χορδή μέσα μας και το καταπίνουμε σχεδόν αμάσητο (Εντωμεταξύ πα΄ίζει Bon Jovi’s “Livin’ On A Prayer” κι όπως κάποιος άλλος κάπου αλλού είχε επεσημάνει κάποτε: “Bon Jovi rocks on occasion.“).

Παρ’ όλα αυτά η τρίτη σεζόν καταφέρνει, παρά το ανιαρό συναισθηματικό βάρος, να παραμένει ευχάριστη στο θεατή, γεγονός που οφείλεται στις καλογυρισμένες σκηνές μάχης – σίγουρα θα μπορούσαν να υπάρχουν περισσότερες -, στα ομολογουμένως καλά και όχι πετσοκομμένα ελέω οικονομίας οπτικά εφέ, κυρίως, όμως στην πληθώρα αναφορών στο υπόλοιπο DC Universe και στο παρελθόν του Batman ειδικότερα. Οι περισσότεροι χαρακτήρες των Τιτάνων αναφέρονται “στην πηγή του” και στην ιστορία της, έστω και σε επίπεδο απλής αναφοράς ή ατ΄άκας, κάτι που προσδίδει μια ωραία αίσθηση συνέχειας. Ειδικότερα ως προς τον Batman, πέραν του ότι είναι κομμάτι της ιστορίας της σειράς, θα πρέπει να σημειωθεί ότι πολύ έξυπνα για την απόλαυση του κοινού γίνονται κάποιες στοχευμένες αναδρομες στην αντιμετώπιση των μεγαλύτερων εχθρών του, ενώ το μαυσωλείο των αντικειμένων των εχθρών του που διατηρεί, οπτικοποιεί κάπως αυτή τη νοσταλγία των πρώτων ταινιών Batman.

Τέλος, η τρίτη σεζόν έδειξε πως υπάρχει διάθεση να υπάρξει συνέχεια στη σειρά μετά και την αποκάλυψη της δράσης της A.R.G.U.S στα τεκταινόμενα της Gotham και των ερευνών της γύρω από τη δράση του Ra’s al Ghul.

Απάντηση